Όπως είναι γνωστό στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο (1914-1918) η Τουρκία έλαβε μέρος στο πλευρό της Γερμανίας και Αυστροουγγαρίας. Το Σεπτέμβριο του 1915, η περιοχή αυτή του Μποσνοχωρίου παραχωρείται από την Τουρκία στη Βουλγαρία για να λάβει και αυτή μέρος στο πλευρό τους (Κεντρικές δυνάμεις).
Το 1916 μπαίνει στον πόλεμο και η Ελλάδα στο πλευρό των συμμαχικών δυνάμεων (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία, και αργότερα η Ιταλία, η Ρωσία και οι ΗΠΑ) (Αντάντ).
Ο πόλεμος έληξε το 1918 υπέρ των συμμαχικών δυνάμεων. Με την ανακωχή της Θεσ/νίκης (30-9-1918) στην περιοχή του Μποσνοχωρίου έρχονται τα συμμαχικά στρατεύματα.
Οι συμμαχικές δυνάμεις αποφάσισαν την παραχώρηση της Θράκης στην Ελλάδα και έδωσαν εντολή να είναι έτοιμος ο ελληνικός στρατός για την κατάληψή της.
Μέχρι την οριστική ρύθμιση, η περιοχή βρέθηκε κάτω από ένα ειδικό καθεστώς και λειτουργούσε σαν ένα είδος διασυμμαχικού κράτους υπό τον Γάλλο στρατηγό Σαρπύ, ο οποίος ορίστηκε αρμοστής και ανέλαβε να ρυθμίσει τις λεπτομέρειες της εκκένωσης από τους Βουλγάρους και της κατάληψης από τα ελληνικά στρατεύματα.
Περιοχή Μποσνοχωρίου από http://adrianou125.blogspot.gr/2012/11/blog-post_24.html
Ο χάρτης αυτός σχεδιάστηκε κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Διοίκησης της Θράκης (1920-1922), στα πλαίσια ανασυγκρότησης της, μετά την προσάρτησή της στα όρια της Ελληνικής επικράτειας.
Στις 27 Νοεμβρίου του 1919 υπογράφτηκε η συνθήκη του Νεϊγύ, σύμφωνα με την οποία η κατεχόμενη από τους Βουλγάρους Δυτική Θράκη και Ανατολική Μακεδονία παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα. Η διοίκηση του Σαρπύ διατηρήθηκε μέχρι το Μάιο του 1920, οπότε ο ελληνικός στρατός εξουσιοδοτήθηκε για την κατάληψή της.
Το βράδυ της 14ης Μαΐου κανένας δεν κοιμήθηκε. Η πληροφορία ήταν από έγκυρη πηγή. Απόψε θα έφτανε ο Ελληνικός στρατός. Θα ερχόταν η Ελλάδα θα ερχόταν η λευτεριά, θα γινόταν πολίτες του Ελληνικού Κράτους. Το βράδυ ο ελληνικός στρατός άρχισε να καταφθάνει και να αποβιβάζεται κοντά στο Κάραγατς. Όλοι τρέχουν να δουν τους στρατιώτες από κοντά. Να τους χαιρετήσουν, να τους αγκαλιάσουν, να τους φιλήσουν. Ήταν οι Στρατιώτες που περίμεναν στη Θράκη αμέτρητες γενιές Ελλήνων πριν απ’αυτούς. Εδώ τους υποδέχονταν και οι Γάλλοι αξιωματικοί, οι οποίοι ανέλαβαν να τους οδηγήσουν για την αντικατάσταση των Γάλλων στρατιωτών.
Η ημερομηνία αυτή έμεινε άσβεστη στην μνήμη των κατοίκων. Αναφερόταν συχνά σαν ένα σταθερό χρονικό όριο για τον καθορισμό διαφόρων γεγονότων. Τότε που ήλθε η Ελλάδα έλεγαν, ή πριν έλθει η Ελλάδα ή μετά τον ερχομό της Ελλάδας.
Μετά την κατάληψη της Δυτικής Θράκης άρχισε η επιχείρηση κατάληψης της Ανατολικής Θράκης.
Στην Αδριανούπολη υπήρχε τουρκικός στρατός με διοικητή τον Τζαφέρ Ταγιάρ.
Στις 8 Ιουλίου οι τούρκοι επιχείρησαν τοπικές επιθέσεις. Από βομβαρδισμό στο Κάραγατς καταστράφηκαν πολλά σπίτια και ο στρατός είχε μερικές απώλειες.
Ο Κωνσταντίνος Τσακυρίδης κάτοικος Σιδηρόπετρας, που ήταν τότε 10 χρονών και βρισκόταν στην περιοχή των επιχειρήσεων, μας έδωσε την ακόλουθη περιγραφή, την οποία βρίσκουμε στο βιβλίο «ΚΑΒΥΛΗ» του Νικολάου Κουφού.
Ήταν της Αγιας- Κυριακής το απόγευμα. Εγώ είχα τα πρόβατα λίγο δεξιά από την πετρένια γέφυρα του Έβρου. Εκεί ακριβώς ήταν η πρώτη γραμμή χαρακωμάτων των Ευζώνων. Στα χαρακώματα αυτά υπήρχαν και πολυβόλα. Η δεύτερη γραμμή χαρακωμάτων ήταν πιο πίσω, 500 μέτρα κοντά στο χωριό, κι’αυτή των ευζώνων και με πολυβόλα. Μέσα στο χωριό ήταν 4 κανόνια και λίγο έξω από το χωριό προς τα νότια, η σειρά με τα κανόνια του ορειβατικού. Προς την ίδια κατεύθυνση και γύρω στα 500 μέτρα πίσω από τα ορειβατικά, ήταν ταγμένη η μακρά πυροβολαρχία με τα κανόνια της που ήταν όλα βαριά.
Το απόγευμα εκείνο, στην περιοχή που ήμουνα εγώ, ήταν και άλλα παιδιά του χωριού με τα ζώα τους. Ο γύρω τόπος ήταν γεμάτος από στρατιώτες που έκαναν διάφορες δουλειές. Λίγο πιο πέρα υπήρχε μία ομάδα ευζώνων. Σε κάποια στιγμή μας ειδοποίησαν να φύγουμε νωρίς για το χωριό, γιατί σε λίγες ώρες, κατά το βραδάκι, θα άρχιζε μάχη με τους Τούρκους.
Εμείς προσέχαμε τα ζώα και παρακολουθούσαμε, ως παιδιά, περίεργα τους στρατιώτες στις διάφορες ασχολίες τους.
Ξαφνικά, γύρω στις 5 η ώρα, πυκνά πυρά πέφτουν απ’ τη μεριά του ποταμού προς τη θέση τη δική μας και γίνεται πανδαιμόνιο στο χώρο που βρισκόμασταν. Οι στρατιώτες χιμούν προς τα όπλα τους και πέφτοντας στα χαρακώματα να καλυφθούν και να πάρουν θέση μάχης, μας φώναζαν άγρια, να πέσουμε κάτω γιατί θα μας θερίσουν. Τα πυρά συνεχίζονταν και τα πρόβατα μαζεύτηκαν το ένα κοντά στο άλλο από τους κρότους των πυροβόλων. Εγώ κρύφτηκα μες τα πρόβατα και προσπαθούσα να δω τι γίνεται με τη μάχη που είχε αρχίσει τόσο αναπάντεχα.
Μία από τις πρώτες ριπές των τουρκικών πολυβόλων πήρε τρεις άντρες που ήταν μαζί στην άκρη των χωραφιών, κοντά στο φυλάκιο της γέφυρας. Το φυλάκιο αυτό ήταν το κτίριο του γεωπονικού φυτωρίου που υπήρχε εκεί. Όταν ήρθε ο στρατός το επίταξε και το χρησιμοποιούσε για κατάλυμα της φρουράς του γεφυριού. Η σκοπιά του γεφυριού ήταν ακόμα πιο πέρα, δίπλα στο γεφύρι. Μετά μάθαμε ότι ο ένας από αυτούς που έπεσαν ήταν λοχαγός, ο άλλος επιλοχίας και ο τρίτος λοχίας.
Αφού πέρασε κάμποση ώρα έτσι, κατά το βραδάκι τα πυρά κόπηκαν για λίγο κι’ απ τις δυο μεριές και τότε βρήκαμε την ευκαιρία και φύγαμε με τα πρόβατα για το χωριό. Το βράδυ βγήκαμε όλοι, με την προτροπή του στρατού, στα δυτικά του χωριού, στα χωράφια, με τα ζώα μας μαζί, γιατί μέσα στο χωριό ήταν τα κανόνια που έβαζαν συνέχεια και οβίδες του εχθρού έρχονταν απανωτά κι’ έτρεμε η γης ολάκερη απ’ τις εκρήξεις.
Στο χωριό εκτός από τους στρατιώτες είχαν μείνει κι΄όσοι ήταν επιταγμένοι απ’ το στρατό, συνήθως οι άντρες που διέθεταν βοϊδάμαξες, για να διευκολύνουν τις μεταφορές του στρατού.
Εμείς όλη τη νύχτα μείναμε εκεί, χωρίς να κλείσουμε μάτι, αφού η μάχη συνεχίζονταν ακατάπαυστα. Το πρωί η ίδια κατάσταση και μεις τραβήξαμε κατά τη Στέρνα όπου μείναμε τρεις μέρες μέσα στο χωριό. Όταν μάθαμε ότι τα πράγματα ησύχασαν κι’ στρατός μας θα πέρναγε στην Αδριανού, πήραμε τα ζώα και το δρόμο για το Δεμιρδέσι.
Όταν φτάσαμε εκεί βλέπαμε τις ζημιές που είχαν γίνει από τις μάχη και τα σκαψίματα από τις τουρκικές οβίδες, που ήταν τόσο βαθιά, ώστε στο σημείο της έκρηξης έβγαζε η γης νερό.
Στις 11 Ιουλίου Επιτροπή από την Αδριανούπολη ζήτησε να συναντηθεί με την ελληνική πλευρά και να συζητήσει την παράδοση της Αδριανούπολης. Στις 12 Ιουλίου μπήκε στην Αδριανούπολη ο ελληνικός στρατός χωρίς αντίσταση και την κατέλαβε.
Στις 28 Ιουλίου 1920 υπογράφτηκε η συνθήκη των Σεβρών, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα απέκτησε την Ανατολική Θράκη μέχρι την Τσατάλτζα και σε απόσταση 20 χιλιομέτρων από τα προάστια της Κωνσταντινούπολης, τα νησιά Ίμβρο και Τένεδο και τη Σμύρνη με τα περίχωρά της.
Η έδρα της Γενικής Διοίκησης Θράκης, καθώς και η έδρα της στρατιάς της Θράκης μεταφέρθηκαν τότε στην Αδριανούπολη και ανέλαβαν την οργάνωση και την ασφάλεια όλης της Ανατολικής Θράκης.
Δημιουργήθηκαν οι απαραίτητες υπηρεσίες για την εξυπηρέτηση των αναγκών των κατοίκων, δημιουργήθηκαν σταθμοί και φυλάκια για την παγίωση της τάξης και άρχισε η ζωή να βρίσκει τον κανονικό της ρυθμό. Οικονομία, εκπαίδευση, δικαιοσύνη, νοσοκομεία, κοινωνική ζωή άρχισαν να βελτιώνονται, ύστερα από τις υλικές καταστροφές, την ανασφάλεια και τη διάλυση που επικρατούσε λόγω των συνεχών πολέμων και της συνεχούς αλλαγής των καθεστώτων κατά τα προηγούμενα χρόνια.
Όμως τι κρίμα!!!
Οι έντονες κομματικές διαμάχες στην Ελλάδα, οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920, η έντονη διπλωματική δραστηριότητα του Κεμάλ Ατατούρκ, οι τραγικές εξελίξεις στο Μικρασιατικό Μέτωπο, τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων, άλλαξαν τους προσανατολισμούς και την πολιτική των πρώην συμμάχων μας, οι οποίοι υπέγραψαν τα μεσάνυχτα της 27ης προς την 28η Σεπτεμβρίου 1922 την ανακωχή των Μουδανιών, σύμφωνα με την οποία, τα ελληνικά στρατεύματα έπρεπε να εκκενώσουν όχι μόνο τη Μικρά Ασία, αλλά και την Ανατολική Θράκη και να αποσυρθούν δυτικά του Έβρου, από τις 2 Οκτωβρίου 1922 και σε διάστημα 15 ημερών.
Το πρωτόκολλο της ανακωχής δεν έθετε κανένα όρο να εγκαταλείψουν και οι Έλληνες κάτοικοι τον τόπο τους, αλλά κανείς δε σκέφτηκε να μείνει. Οι πληροφορίες για τις σφαγές στη Μικρά Ασία και τη Σμύρνη τους είχαν τρομοκρατήσει και τους προειδοποιούσαν τι θα συμβεί, όταν έλθουν οι Τούρκοι.
Στις 3 Οκτωβρίου 1922, από το πρωί άρχισαν να κινούνται απελπισμένοι κατά χιλιάδες οι Έλληνες από τα παράλια του Ευξείνου πόντου και της Προποντίδος και από όλη την Ανατολική Θράκη, προς τα δυτικά του Έβρου. Μεγάλο μέρος των προσφύγων, πέρασε στη Δυτική Θράκη από το δρόμο του Κάραγατς.
Επί 15 ημέρες φάλαγγες ατέλειωτες από κάρα και άλλα μεταφορικά μέσα διέσχιζαν τους δρόμους της Ανατολικής Θράκης για να διαβούν τον Έβρο και να βρεθούν στην Ελεύθερη Ελλάδα.
Να πως περιγράφει την εικόνα της προσφυγιάς ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ που βρισκόταν τότε στην Αδριανούπολη ως ανταποκριτής Αμερικανικών εφημερίδων.
«Μιναρέδες προεξέχουν από την Αδριανούπολη μέσα στη βροχή, ανάμεσα από πλινθόκτιστα σπίτια. Τα φορτηγά αμάξια σπρώχνονταν σε μήκος μιλίων στο δρόμο του Κάραγατς με βόδια, βουβάλια, άλογα και άλλα καματερά για να περάσουν τα γεφύρια του Έβρου. Δεν υπήρχε ούτε τέλος ούτε αρχή. Μόνο κάρα φορτωμένα με όσα μπορούσαν να μεταφέρουν από τα υπάρχοντά τους. Νέοι, γέροι, γυναίκες και παιδιά βρεγμένοι από την καταρρακτώδη βροχή βάδιζαν πεζοί, φροντίζοντας να κινούνται συνεχώς τα ζώα τους. Μερικές γριούλες και μικρά παιδιά είναι πάνω στα κάρα χωμένοι σε στρώματα και σκεπάσματα. Μπόγοι με διάφορα μικροπράγματα και είδη πρώτης ανάγκης. Αρκετές γυναίκες οδοιπορούσαν, ανάμεσα σ’ αυτούς τρεις κρατούσαν στην αγκαλιά τους μωρά που συνεχώς έκλαιγαν. Ελληνικό ιππικό για την ασφάλειά τους από τούρκους ατάκτους πήγαινε κατά μήκος της πομπής. Ο ποταμός Έβρος κυλούσε κίτρινος με θολωμένα νερά. Κάτι κάρα μπερδεύτηκαν πάνω στη γέφυρα με καμήλες που προχωρούσαν κι’ αυτές δίπλα τους. Έβρεχε ακατάπαυστα σ’ όλη τη διάρκεια του ξεσηκωμού τους… Πρόκειται για πορεία προς το άγνωστο σιωπηλών ανθρώπων.»
Αναστάσης Μαρασλής
Παλιός χάρτης της περιοχής από http://adrianou125.blogspot.gr/2012/11/blog-post_24.html
Σημερινός χάρτης της περιοχής
Πρόσφατα σχόλια